1 Ιουλ 2016

"Η Γοργόνα των Κυκλάδων" (4ος Διαγωνισμός Ελεύθερης Γραφής)

Από την Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη



Η θάλασσα είναι σαν τη γυναίκα. Δεν ξέρεις ποτέ ποιό πρόσωπο φυλάει για σένα. Μπορεί τη μία στιγμή να σου χαμογελάει και να σε δέχεται γλυκά στα απάνεμα νερά της και σε μερικά μόλις λεπτά να σου θυμώσει γιατί την θεώρησες δεδομένη και έστρεψες αλλού το βλέμμα σου.
Πάντα τις φοβόμουν τις φουρτούνες. Από μικρό παιδί στην Κίμωλο έμαθα να ζω με αυτές μα ποτέ δεν τις συνήθισα. Τα καλοκαίρια στο νησί τρύπωνα στις παρέες των γερόντων και άκουγα τις θαλασσινές τους ιστορίες που ήταν πρόθυμοι να διηγηθούν ξανά και ξανά. Δεν ήταν πάντα αληθινές μα στα παιδικά μου μάτια φάνταζαν σπουδαίες. Μιλούσαν για πειρατές και θρυλικά ναυάγια με πλούσια φορτία που η μοίρα τους ήθελε να μείνουν για πάντα στο βυθό.
Θυμάμαι μια φορά τον παππού μου να διηγειται μια ιστορία για ένα πλάσμα μυθικό, μια θαλασσινή οπτασία, την γοργόνα των Κυκλάδων.
«Μα είναι δυνατόν να υπάρχουν γοργόνες;» ρώτησα σχεδόν χλευάζοντάς τον.
«Κι όμως υπάρχουν, μα εμφανίζονται μόνο σε αυτούς που πιστεύουν πραγματικά στις δυνάμεις τους και θαυμάζουν την απαράμιλλη ομορφιά τους» επέμεινε ο παππούς χαϊδεύοντάς μου τα μαλλιά τρυφερά.

Ο ίδιος δεν την είχε δει ποτέ μα είχε ακούσει από τον δικό του παππού πως πριν πολλά χρόνια ζούσε μια νεαρή κοπέλα στην Κίμωλο και είχε παντρευτεί έναν από τους ναυτικούς του νησιού. Ο άντρας της έλειπε συνεχώς σε ταξίδια για να της εξασφαλίσει μια καλή και άνετη ζωή. Μα την κοπέλα δεν την ενδιέφεραν αυτά. Ήθελε μονάχα να τον έχει κοντά της. Ολημερίς στεκόταν ψηλά στο Ξαπλοβούνι και περίμενε το πλοίο του να φανεί. Μόλις το έβλεπε από μακριά, έτρεχε με όλη της τη δύναμη μέχρι το λιμάνι της Ψάθης για να τον προϋπαντήσει.
Μια φορά που ο άντρας της έλειπε σχεδόν δυο μήνες από το νησί, μαθεύτηκε πως στο ταξίδι της επιστροφής, το καράβι του βυθίστηκε λίγο έξω από τη Σαντορίνη. Δεν υπήρχαν επιζώντες. Η κοπέλα έπεσε σε πένθος βαρύ. Τίποτα δεν μπορούσε να την παρηγορήσει και κανείς δεν κατάφερνε να πάρει λέξη από το στόμα της. Μέχρι που μια μέρα, δίχως να μπορεί να αντέξει άλλο τον καημό της, έπεσε από ένα ψηλό βράχο στη θάλασσα. Το άψυχο σώμα της δεν βρέθηκε ποτέ. Ο θρύλος ήθελε την κοπέλα να έγινε γοργόνα για να συναντήσει τον αγαπημένο της στον πάτο της θάλασσας. Από τότε εμφανίζεται κατά καιρούς στα νερά των Κυκλάδων και βοηθά στις μεγάλες φουρτούνες τους ναυτικούς να βρούνε το δρόμο τους.
Η ιστορία του παππού μου φάνηκε πιότερο σαν παραμύθι. Για μήνες ολάκερους δεν έφευγε από το μυαλό μου η γοργόνα των Κυκλάδων. Τρία χρόνια αργότερα μεγάλη κακοκαιρία έπληξε το νησί μας. Ανεξήγητο φαινόμενο για μήνα Οκτώβριο που στην Ελλάδα σημαίνει ακόμα καλοκαίρι. Τα νερά της θάλασσας έβγαιναν έξω από το λιμάνι της Ψάθης φτάνοντας μέχρι τις πόρτες των λιγοστών καφενείων. Οι κάτοικοι είχαν θορυβηθεί αφού για μια ολόκληρη εβδομάδα δεν είχε καταφέρει πλοίο να αράξει στο λιμάνι και οι λιγοστές τους προμήθειες κόντευαν να σωθούν. Μέχρι που ένας από τους άρχοντες του νησιού που ζούσε στον Πειραιά, γέμισε ένα από τα πλοία του με είδη πρώτης ανάγκης και έδωσε την εντολή να ταξιδέψει μέχρι την Αρζαντιέρα, παίρνοντας πάνω του όλη την ευθύνη του δύσκολου ταξιδιού. Οι κάτοικοι του νησιού τηλεφωνούσαν στο λιμεναρχείο του Πειραιά για να τον αποτρέψουν να κάνει αυτό το ταξίδι. Του μετέφεραν τις κακές καιρικές συνθήκες που ολοένα και χειροτέρευαν μα δεν κατάφεραν να του αλλάξουν γνώμη.
Η πρόσκρουση του πλοίου στα βράχια του λιμανιού ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρη. Οι γυναίκες είχαν αρχίσει ήδη τα κλάματα και τις προσευχές. Όταν είδαν το πλοίο να αχνοφαίνεται από μακριά, η αντίστροφη μέτρηση είχε κιόλας αρχίσει. Όλοι έκλεισαν τα μάτια τους και έκαναν το σταυρό τους στην κινούμενη τραγωδία σε αντίθεση με εμένα που κόλλησα το πρόσωπό μου στο παράθυρο για να δω τί θα γίνει. Συνέβη κάτι μαγικό. Είδα το πλοίο να πετάει λίγο πιο πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα ιπτάμενο πλοίο.
Τότε την αντίκρυσα για πρώτη φορά. Ήταν η γοργόνα των Κυκλάδων. Κολυμπούσε μέσα στον κόλπο του λιμανιού κρατώντας στα δυο της χέρια το πλοίο. Έβαζε όλη της τη δύναμη για να καταφέρει το δύσκολο έργο της μα ήταν αποφασισμένη να το οδηγήσει στο λιμάνι πάση θυσία. Μαγεύτηκα από την επιβλητική και όμορφη παρουσία της. Η γοητεία της δεν περιγράφονταν με λόγια και η ομορφιά του προσώπου της συναγωνίζονταν επάξια τις πορσελάνινες κούκλες εποχής σε καταστήματα παιχνιδιών. Έδεσε το καράβι στο λιμάνι και επέστρεψε στο θαλάσσιο σπίτι της δίχως να προλάβει να την αντιληφθεί κανείς. Εκτός από εμένα. Από τότε δεν την ξαναείδα παρά μονάχα στα όνειρά μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

who is online

Ad24