3 Ιουλ 2016

"Χαμένος Έρωτας" (4ος Διαγωνισμός Ελεύθερης Γραφής)

Από την Μαρία Καραπάνου




Τ’ απομεινάρια της βροχής
Κάθομαι κι αγναντεύω
Κανείς δε με εννόησε
Εσέ που περιμένω

Μέρα λαμπρή, ζωή γλυκιά
Ουδείς δ’ ευχαριστιέται
Μα σαν προβάλει ξαφνικά
Ήλιος δε συλλογιέται

Μπρος στο μπαλκόνι τ’ αψηλό
Στέκομαι κι υπομένω
Μα ξαφνικά αντίκρυσα
εσένα που προσμένω

Οι ώρες γρήγορα κυλούν
Γοργές σαν το νεράκι
Ονείρου θέλημα Θεού
Γλυκό καλοκαιράκι

Το καλοκαίρι έφτασε
Νωρίς μες στο Φλεβάρη
Μα ο κόσμος δεν ετόλμησε
Να πάει στο βαρκάρη

Κι η βάρκα επερίμενε
Δεμένη στο λιμάνι
Κανείς δεν την πλησίασε
Μα ο καιρός δε φτάνει.

Μα τότε εμφανίστηκε
Ο νιος γεροδεμένος
Μα σαν ζυγώσει η αυγή
Φαίνεται κουρασμένος.


             *  *  *

Κ’ ξαφνικά ξεπρόβαλλε
Εκεί σιμά η κόρη
Που φορτωμένη ως το λαιμό
Κάνει ταξίδι μακρυνό.


Μα τότε εσταμάτησε
Τον τόπο να θαυμάσει
Να κάτσει πέρα καταγής
Λίγο να ξαποστάσει.

Τα πουλιά πλησίασαν
Παρέα να της κάνουν
Μα πριν προλάβει να τα δει
Πέταξαν να προκάνουν.

Ο καιρός αγρίεψε
Θέριεψε η φωνή του
Άστραψε κ’ βρόντιξε
Χωρίς να βγει η ψυχή του.

Ο ουρανός μουρμούρισε
Απ’ άνεμο στιχάκι
Κανείς δεν ακολούθησε
Το γρήγορο βαλσάκι.

Κ’ τότε ευθύς χορέψανε
Όμορφη μελωδία
Κι η πλάση όλη ευφραίνεται
Μια τέτοια ευωδία.

Κ’ τα λουλούδια εχάρηκαν
Στ’ όμορφο το λιβάδι
Πουλί όμως δεν κελάηδησε
Στο βελούδινο χορτάρι.

              *  *  *

Τα χορτάρια εβλάστησαν
Στ’ όμορφο τ’ ακρογιάλι
Σαν του ανέμου την πνοή
Άνθρωπος δίζως σάλι.

Η κόρη κατηφόρισε
Στου δειλινού την πλάνη
Κι ο ήλιος την αντάμωσε
Και πάει να την τρελλάνει.

Με μιας αυτή θαμπώθηκε
Με βλέμμα ονειροπόλο
Κι εκείνος  την πλησίασε
Με χέρι φλογισμένο.

Με το ένα χέρι γύρευε
Παρηγοριά κι αγάπη
Και με το άλλο κράταγε
μαχαίρι του χασάπη

Και με μαχαίρι κοφτερό
Ο νους ευθύς θολώνει
Μα όσο κι αν είναι μυτερό
Τη θέση του ζυγώνει.

Η κόρη εγονάτισε
Πέφτοντας από πόνο
Μα εκείνος δε λυπήθηκε
Του έρωτα τον χρόνο.

Μα ο νιός τότε μετάνιωσε
Στη θέα φοβισμένος
Καρφώνει το μαχαίρι του
Στο στήθος στολισμένο.

           *  *  *

 Ο έρωτας νικήθηκε
Απ’ του θανάτου αγάπη
Ουδείς δεν το εννόησε
Ετούτο το γινάτι.

Μα ξάφνου εσταμάτησε
Όλη η ζωή στη φύση
Μα ήρθε και προσπέρασε
Σαν το νερό τη βρύση.

Νεράκι τρέχει δροσερό
Γάργαρο μα φευγάτο.
Μα σαν έρθει πρωινό
Φαίνεται μυρωδάτο.

Η ευωδιά ξεχείλισε
Στου ορίζοντα τη μέρα
Και τα φυτά εψήλωσαν
Μ’ ανθρώπινη φοβέρα.

Οι αστραπές ακούστηκαν
Με μιας ανταριασμένες
Κι οι βροντές εγίνηκαν
Με μιας ξεθωριασμένες.

Και το φεγγάρι επρόβαλλε
Ολόγιομο, σμιλεμένο
Μα ξάφνου αυτό εθρήνησε
Ζευγάρι σκοτωμένο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

who is online

Ad24