19 Νοε 2017

"Firemagination" από τον Κωνσταντίνο Ντεκουμέ (Μέρος 2ο)



Εφόσον το επισημαίνω αυτό για πολλοστή φορά στον πατέρα μου αποφασίζω να πάω και να κάνω ένα μπάνιο. Νιώθω βρώμικη και η μυρωδιά του ιδρώτα στο κορμί και τα μαλλιά μου μόνο βοηθάει περισσότερο στο να καταλάβω ότι έχω δίκιο. Πηγαίνω στο μπάνιο μας εφόσον παίρνω πρώτα δύο πετσέτες και μια αλλαξιά ρούχα. Γδύνομαι, το ζεστό νερό πέφτει πάνω μου, το μυαλό μου τρέχει, κλείνω τα μάτια μου και αφήνω την φαντασία μου να τρέξει όσο πιο μακριά μπορεί..
Συνήθως όταν αφήνω την φαντασία μου να τρέχει έτσι βλέπω εικόνες απο ταινίες ή σειρές ή βλέπω τον εαυτό μου σε δάση ή στην θάλασσα . Εφόσον βάλω σαμπουάν, κρεμοσαμπουάν και όλα αυτά τα συναφή που χρησιμοποιούμε για το μπάνιο και καθαριστώ μια και καλή ντύνομαι και βγαίνω στο μπαλκόνι. Μένουμε στην ύπαιθρο και ο πατέρας μου παίρνει συχνά το αμάξι του για να πάει στο βιβλιοπωλείο. Εφόσον κρεμάω τις πετσέτες μου για να στεγνώσουν αποφασίζω να πάω στο δωμάτιο μου για να στεγνώσω το μαλλί μου.
Είμαι ξυπόλητη, φοράω μια μπλούζα που μου έκανε δώρο η θεία μου, η « Μητέρα» Γκόθελ της Ραπουνζέλ, που γράφει σε μαύρο φόντο με άσπρα γράμματα « The Bird of Hermes is my name, eating my wings to make me tame !» την οποία λατρεύω και έχω ξεκινήσει να διαβάζω όπου μπορώ για αυτό, ένα σουτιέν άσπρο με δαντέλα, κάλτσες μαύρες, ένα παντελόνι μπλε μακρύ τζην και τα μαλλιά μου είναι λυτά. Είχα ακούσει παλαιότερα για το πουλί του Ερμή, σε ένα anime , γιαπωνέζικο κινούμενο σχέδιο, το Helsing , βασισμένο  πάνω στον θρύλο του Δράκουλα και του αιώνιου εχθρού του Βαν Χέλσινγκ,  αλλά με αναφορές σε διάσημα τάγματα όπως τους Ναϊτες, τους Ιησουίτες και διάφορα σημαντικά κειμήλια, όπως την Λόγχη του Πεπρωμένου. Επίσης σε αυτό υπήρχαν αναφορές στην γοτθική λογοτεχνία , όπως στους λυκανθρώπους και τους βρικόλακες, στον ιστορικό Βλάντ Τέπες, τον τρίτο, τον Παλουκωτή, αρκετά κοντά στην ιστορική πραγματικότητα θα έλεγα, και φυσικά οι εχθροί του κινουμένου αυτού σχεδίου που έπρεπε να καταστραφούν με κάθε κόστος ήταν οι Ναζί και οι Κου Κλούξ Κλάν. Ενδιαφέρον για όποιον ψήνεται να το δει, πολύ ματωμένο όμως και βίαιο. Αυτό μου κίνησε την περιέργεια να κάτσω και να ψάξω όσα περισσότερα μπορούσα γύρω από αυτό και όπως ανακάλυψα έχει αλχημιστικές ρίζες !!! Υπάρχει και ένα ποίημα γύρω από αυτό το οποίο όμως κάθε φορά ξεχνάω και δεν μπορώ να θυμηθώ τους στίχους..

Ενώ προσπαθώ να το θυμηθώ ανοίγω την πόρτα του δωματίου μου και βρίσκομαι μπροστά σε κάτι παράξενο.. Το δωμάτιο μου είναι ολόκληρο καλυμμένο από χιόνι. Λευκό, αθώο, αγνό, καθαρό χιόνι. « ΟΚ, αυτό είναι κάτι καινούργιο.» σκέφτομαι και αν και προχωρώ για λίγο μέσα σε αυτό δεν νιώθω κρύο. Νιώθω το χιόνι να αγγίζει τα δάχτυλα μου, νιώθω τον κρύο άνεμο να φυσά στα μαλλιά και στο σώμα μου, δεν είμαι και πολύ ζεστά ντυμμένη αλλά παρά όλα αυτά, δεν νιώθω κρύο. Δεν νιώθω να τρέμω, τα δόντια μου δεν κάνουν σαν ένα χαλασμένο ραδιόφωνο, ούτε τρέμουν σαν να βρίσκομαι σε καρτούν και να έχω παγιδευτεί στην κατάψυξη. Προχωρώ λίγο και εφόσον ανασαίνω βλέπω την ανάσα μου να φτιάχνει λευκό καπνό καθώς βγαίνει από το στόμα μου. « Ω τέλεια.. Να πάρει, τι διάολο συμβαίνει τώρα..» σκέφτομαι και αποφασίζω να ελέγξω κάτι. Στρίβω προς την μεριά που ξέρω ότι βρίσκεται η ντουλάπα μου και πιστεύω ότι θα βρω ένα δέντρο ή ένα παγωμένο πτώμα. Συνήθως αυτό δεν συμβαίνει ;;; Μπαίνεις σε ένα δωμάτιο, το βλέπεις παγωμένο και πριν το καταλάβεις με κάποιον πούστη τρόπο έχεις μεταφερθεί στην Νάρνια !!!
Βλέπω λοιπόν την ντουλάπα μου αλλά φαίνεται σχεδόν παγωμένη, δεν ξέρω τι το κάνει αυτό αλλά μόλις το καταλάβω... Θα σας πω μόνο ότι τρίβω τα χέρια μου από οργή. Με προσπάθεια λοιπόν φτάνω εκεί και προσπαθώ να την ανοίξω. Είναι δύσκολο και τα χερούλια έχουν παγώσει, οι πόρτες είναι κλειστές, δεν μπορώ να τα πιάσω καλά-καλά, τα χέρια μου γλιστράνε. « Να σε πάρει και να σε σηκώσει ο διάολος..» φωνάζω ενώ συνεχίζω λίγο ακόμα. « Πωπω, οργή, οργή. Δεν πρέπει να θυμώνεις τόσο πολύ χρυσή μου, θα πάθεις καμιά καρδιακή προσβολή. Και δεν θα το θέλαμε αυτό , έτσι δεν είναι ;;» ακούω μια φωνή από πίσω μου, τόσο κοντά μου που έρχεται στα ρουθούνια μου η μυρωδιά από σάπιο κρέας και παρατημένα, άθαφτα πτώματα. « Άλλο πάλι και τούτο, τι βρωμάει έτσι ;;»  ρωτάω με φανερό τον εκνευρισμό και την περιέργεια στην φωνή μου και γυρίζω το πρόσωπο μου. Αυτό το οποίο βλέπω με τρομάζει περισσότερο από το οτιδήποτε άλλο έχω δει στην ζωή μου. Η μορφή είναι αντρική, φοράει ένα κράνος σαν αυτά των Βίκινγκ μόνο που το κράνος είναι φτιαγμένο από αληθινό ανθρώπινο δέρμα και τα κέρατα στην κορυφή είναι αληθινά καρφωμένα πάνω σε αυτό, αυτό μπορεί να εξηγήσει λίγο την μυρωδιά των πτωμάτων.
Κάτω από το κράνος βλέπω ένα αντρικό πρόσωπο, όμορφο και νεαρό μόνο που το ένα του μάτι μοιάζει φαγωμένο σαν κάποιο νεκροφάγο πτηνό να το ξέσκισε με το ράμφος του, από το μέτωπο του τρέχει αίμα σαν κάποιος να τον χτύπησε με ένα μεταλλικό ρόπαλο , αγαπημένο όπλο αυτό με την μεταλλική μπάλα την αλυσίδα και τα μεταλλικά λεπίδια πάνω στην μπάλα, και από το στόμα του φαίνεται ξεραμένο ένα κόκκινο υγρό. Μπορώ άνετα να καταλάβω ότι είναι αίμα. « Εσύ μυρίζεις έτσι.. Τι υποτείθεται ότι είσαι ;;; Ένα παλιό, αιώνιο φάντασμα των Βίκινγκ ;;» ρωτάω και χαμογελώ λίγο με το αστείο μου. « Φάντασμα ;; Όχι, όχι γλυκιά μου.. Αν και έχω πολύ κοντινές σχέσεις με τον Θάνατο.» συνεχίζει. Κλείνω την μύτη μου και συνοφρυώνομαι από την μυρωδιά του σάπιου κρέατος που βγαίνει από το στόμα του. Τα χέρια του είναι μακριά και λεπτά , σχεδόν σκελετωμένα , το γένι του μικρό και έχει μουστάκι, τα πόδια του μικρά, αδύναμα και σκελετωμένα και αυτά, μπορούσα να μετρήσω τα κόκκαλα τους.
Φοράει ένα παλιό, δερμάτινο ένδυμα, σκοροφαγωμένο και βρώμικο, πάρα πολύ  παλιό. Άμα ο απρόσκλητος επισκέπτης μου δεν είναι νεκρός τότε βρίσκεται λίγα βήματα πριν τον Θάνατο. Αλλά αυτό που μου κάνει περισσότερη εντύπωση δεν είναι το αιματοβαμμένο σκουλήκι που μόλις βγήκε από το μάτι του, δεν είναι το παλιό, σκουριασμένο σπαθί που κουβαλάει στο θηκάρι του που σέρνεται σαν νεκρό ζώο από την ζώνη του, είναι οι αλυσίδες και τα κρανία που στολίζουν τα ρούχα και την γούνα του, κρανία διαφόρων μεγεθών , άλλα με σπασμένα σαγόνια, άλλα με ρωγμές στο γυμνό οστό της κεφαλής, όλα με αυτό το φονικό χαμόγελο των κρανίων, το τελευταίο ειρωνικό αστείο της Θανάτου προς τον αδελφό της, την Ζωή. « Δες την φωτεινή πλευρά του Θανάτου.» που έλεγαν και οι  Monty Python. Τα κρανία μοιάζουν σαν να είνα ζωντανά, σαν να μιλάνε , ακόμα τα βλέπω σαν να προσπαθούν να αναπνεύσουν και βλέπω μια φλόγα στα μάτια τους. Στα μάτια όλων των κρανίων, μια φλόγα μαύρη σαν την φλόγα της ίδιας της Κόλασης, φλόγα σαν το σκοτάδι του Άδη. Οι αλυσίδες βυθίζονται στα οστά του άντρα και αυτό με κάνει να αηδιάσω ακόμα περισσότερο.
Ψάχνοντας την γούνα του βρίσκει κάτι, μάλλον μια τσέπη, την οποία ψάχνει με τα δάχτυλα του  και μέσα από αυτήν βγάζει κάτι μικρό. Απλώνω το χέρι μου και ανοίγω με ευκολία τα δάχτυλα του. Ξερνάω στο πάτωμα.. Βλέπω πως στο χέρι του κρατάει τα δάχτυλα ενός μικρού παιδιού , ενός βρέφους όπως καταλαβαίνω από την απαλή αίσθηση. Τα δάχτυλα έχουν ακόμα φρέσκες σταγόνες αίματος πάνω και μπορώ ακόμα να μυρίσω την ευωδία της βρεφικής επιδερμίδας. Ο επισκέπτης με τρόπο που με κάνει να ξανανιώσω αναγούλα κόβει με ευκολία σε μικρότερα κομμάτια τα δάχτυλα και δίνει το καθένα από αυτά στα κρανία που συγκρατούν οι αλυσίδες του. Προσπαθώ να κλείσω τα μάτια μου και να μην τον κοιτάζω άλλο, θέλω να εξαφανιστεί. « Δεν πρόκειται να φύγω γλυκιά μου. Όχι πριν σου δείξω αυτό το οποίο θέλω...» σχολιάζει η οπτασία και εγώ τον κοιτάζω με θυμό και λίγο φόβο πεσμένη στα γόνατα. « Άθλια οπτασία, ποια είσαι και τι στον διάολο θέλεις από εμένα ;; Το καλό που σου θέλω μόλις μου δείξεις αυτό το οποίο θέλεις να με αφήσεις να φύγω γιατί αλλιώς στο ορκίζομαι θα σε γαμήσω !!!» τον απειλώ και η οπτασία γελάει.
Νιώθω σαν να ακούω το γέλιο ενός Δαίμονα ενώ από το στόμα του βγαίνει η έντονη δυσωδία σάπιου κρέατος και τα δόντια του μοιάζουν σαν φωλιά μικροβίων, σάπιων δοντιών και κατσαρίδων. « Δεν πρόκειται να τα καταφέρεις νεαρή μου Αλίνα Ντράγκονιντ αλλά μιας που ρώτησες θα σου πω το όνομα μου. Ή μάλλον ένα από τα ονόματα μου γιατί είναι πολύ νωρίς ακόμα να μάθεις τα υπόλοιπα. Και αυτήν είναι μόνο μία από τις μορφές που μπορώ να πάρω. Μπορείς για τώρα να με λες Οζιμάντιας.  « Το Όνομα Μου Είναι Οζιμάντιας, Ο Βασιλεύς Των Βασιλέων. Κοιτάχτε Τα Έργα Μου Ω Δυνατοί Και Απελπιστείτε !!» σχολιάζει και εγώ τον κοιτάζω με το ένα φρύδι υψωμένο μιας που απαγγέλει ένα απόσπασμα του ποιητή Πέρσι Μπίς Σέλλει. « Πώς ξέρεις το όνομα μου ;;» τον κοιτάζω και δεν ξέρω πως να του επιτεθώ. « Ξέρω πάρα πολλά γύρω από εσένα, γύρω από όλη σου την οικογένεια, γύρω από πολλά. Ας σου δώσω ένα παράδειγμα.. Ξέρεις γιατί είναι τόσο εύκολο να χρησιμοποιήσεις όλα αυτά τα στοιχεία αν και ως απόγονος οικογένειας Αλχημιστών θα έπρεπε απλά να τα χρησιμοποιείς όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι ;; Σαν εργαλεία σε πειράματα, να μην μπορείς να τα δαμάσεις ;;» λέει και με μια κίνηση με χτυπάει με την γροθιά του στο πρόσωπο μου. Πέφτω πίσω και σηκώνω το χέρι μου.
Ανοίγω τα μάτια μου μόλις πέφτω στο έδαφος και βλέπω το χέρι μου σκελετωμένο. Βλέπω μόνο τα κόκκαλα. Ουρλιάζω ξανά !! « Τι στον διάολο συμβαίνει εδώ ;;» Φοβάμαι και δεν ξέρω με τι έμπλεξα πάλι. « Βλέπεις ;;» με ρωτάει και βλέπω πως ορισμένα σημεία στο σώμα μου, στα κόκκαλα μου λάμπουν με μια αφύσικη λάμψη. Σε άλλα κόκκινη με σημάδια από κίτρινη , σε άλλα πράσινη με σημάδια καφετιάς , σε άλλα κίτρινη, μπλε και άσπρη. Στο στήθος μου υπάρχει μια γκρίζα λάμψη. « Τι σημαίνουν αυτές οι λάμψεις ;;» ρωτάω μα ευθύς το σώμα μου αποκτά ξανά σάρκα και οστά, τόσο γρήγορα που βγάζω ένα επιφώνημα έκπληξης. « Ω να σου..» τον κοιτάζω και χαμογελά πάλι με τα σάπια δόντια του. « Ωραία, ωραία. Θα σε ακολουθήσω..» τον κοιτάζω. Ίσως καταφέρω να μάθω μερικά πράγματα για το ποιος αληθινά είναι και το τι αληθινά θέλει.  
Εκείνος με μια κίνηση ανοίγει την ντουλάπα μου και μου κάνει χώρο. « Διάλεξε τι ρούχα θέλεις. Κάνει κρύο εκεί που θα πάμε..» ομολογεί και εγώ τον κοιτάζω με υψωμένο φρύδι. « Στον ένατο κύκλο της Κολάσεως να πάμε για να σε ρίξω εκεί μέσα μαλακισμένο..» σκέφτομαι και ελπίζω να μην διαβάζει την σκέψη μου. Κακά τα ψέμματα, τον φοβάμαι.Διαλέγω μια ζακέτα και κάποια καφετιά μποτάκια, τα οποία βάζω γρήγορα. Έπειτα τον κοιτάζω. « Είμαι έτοιμη να φύγω, αλλά ο πατέρας μου πού είναι ;;; Τι του έκανες ;;» μιλάω δυνατά ανησυχώντας για τον πατέρα μου. Η οπτασία με μια κίνηση του χεριού της μου δείχνει το σαλόνι μας στο οποίο ο πατέρας μου κοιμάται ασφαλής στον καναπέ. « Γιατί δεν ένιωθα κρύο με το που μπήκα ;;;» τον ρωτάω και απαντά « Διότι δεν ήταν αληθινό..» αρχίζει να προχωρά και τον ακολουθώ προς το μπαλκόνι μας. Ανοίγει με ευκολία την μπαλκονόπορτα και βγαίνει έξω. Το χιόνι στα πόδια μας πλέον φαίνεται ματωμένο και είναι πολύ πιο ορμητικό . Νιώθω κρύο και τυλίγομαι ακόμα περισσότερο στην ζακέτα μου. Ο κρύος ορμητικός άνεμος κάνει τα μαλλιά μου να ανεμίζουν και νιώθω τα δάχτυλα μου να μουδιάζουν από το κρύο.
Σύντομα ο άντρας με κάνει να τον ακολουθήσω προς τα κάγκελα του μπαλκονιού. Εφόσον κοιτάζει για λίγο την θέα με πιάνει και με μια κίνηση με πετάει από το μπαλκόνι !!! Ουρλιάζω και την στιγμή που πιστεύω ότι θα πεθάνω βρίσκομαι στο παγωμένο έδαφος σαν να λιποθύμησα. Πετάγομαι πάνω και προσπαθώ να απομακρυνθώ από αυτόν τρομοκρατημένη. « Οζυμάντιας γαμώ το κέρατο μου !!!» φωνάζω με δύναμη και τρόμο. « Ησύχασε γλυκιά μου, είσαι μια χαρά. Έλα μαζί μου τώρα, πρέπει κάποιον να συναντήσουμε..» λέει με ηρεμία και προχωράει. Τον ακολουθώ και προσπαθώ να σταματήσω τα δόντια μου από το να χτυπάνε μεταξύ τους. Σύντομα τα μαλλιά μου είναι γεμάτα με χιόνι, τα δάχτυλα μου είναι παγωμένα και το χιόνι με τον κρύο άνεμο μαστιγώνουν το πρόσωπο μου και τα μάτια μου. Με δυσκολία τα κρατάω ακόμα ανοιχτά. Ο Οζυμάντιας μας οδηγεί στην κορυφή ενός λόφου, εκεί βρίσκεται ένας άντρας νεαρός και όμορφος με κοντό καστανό μαλλί και καφέ μάτια που ζεσταίνει το σώμα του κοντά σε μια φωτιά που σιγοκαίει.
Βάζω την κουκούλα μου και ακολουθώ τον Οζυμάντιας. « Μακριά ξένοι..» λέει ο άντρας και σηκώνει το σπαθί του για να μας σταματήσει από το να καθίσουμε κοντά του από φόβο μην επιτεθούμε. « Η μορφή σου ξένε είναι αρκετή για να με κάνει να σας φοβάμαι..»συνεχίζει και ο Οζυμάντιας απαντά « Όχι όμως τόσο πολύ ώστε να βοηθά να ανάψω μια φωτιά μόνος μου. Και η σύντροφος μου είναι κουρασμένη από το ταξίδι..» συνεχίζει. Ο άντρας με κοιτάζει και μάλλον νιώθει έστω και λίγη στοργή για εμένα. « Νόμιζα πως μια γούνα με κόκκαλα ζεσταίνει έναν άντρα.» σχολιάζει κοιτώντας με. « Μόνο η φωτιά το κάνει αυτό..» κάθομαι και προσπαθώ να ζεστάνω τον εαυτό μου κοντά στην φωτά.
« Ξέρεις τους Σίερ ;; Τους Προφήτες ;;» ρωτάει τον άντρα ο Οζυμάντιας. « Ναι, τους ξέρω. Ο Πατέρας Θεών και Ανθρώπων..» ξεκινάει να λέει μα ο Οζυμάντιας τον σταματά. « Δεν μιλάω για τους ιερείς σας. Κάποτε οι αληθινοί Σίερ, ένα τάγμα Αγγέλων έλεγχαν την Σίερλ, την αληθινή φλόγα του Παραδείσου. Αυτοί οι Άγγελοι , αυτοί οι ιερείς  της Παλαιάς Θρησκείας που έγιναν Θνητοί για να σας προστατεύσουν πολέμησαν και θάφτηκαν , έχασαν την ζωή τους εναντίον ενός πλάσματος, ενός τέρατος που δεν έχετε ξαναδεί...» ξεκινάει να λέει και δεν ξέρω αν απευθύνεται σε εμένα ή στον νεαρό. « Έχω δει τέρατα..» ξεκινάμε να λέμε εγώ και ο νεαρός με ένα σώμα αλλά ο Οζυμάντιας σχολιάζει « Όχι σαν αυτά.Βρήκα τον τάφο τους. Και ήξερα ότι αυτοί οι Άγγελοι θάφτηκαν κάπου , εκεί που έγινε αυτήν η τελευταία τους μάχη. Και ήξερα ότι το μυστικό της δύναμης τους πολύ πιθανόν να βρισκόταν ακόμα εκεί, στα κρανία τους. Οι σάρκες μας, οι δικές σας και οι δικές μου είναι πολύ αδύναμες για να μπορέσουν ακόμα να κρατήσουν, να ελέγξουν την Σίερλ όμως τα κρανία αυτά ακόμα μου ψιθυρίζουν.
Μου ψιθυρίζουν ιστορίες μιας καλύτερης εποχής, ανάστασης και επανένωσης, μου ψιθυρίζουν πως μπορώ να τραβήξω αυτήν την φλόγα από τον ουρανό  όπως έκαναν και εκείνοι, ώστε να μπορέσω να καταστρέψω, να κάψω τον ίδιο τον Θάνατο και να προσφέρω πάλι στους ανθρώπους μια εποχή ειρήνης, ευημερίας , μια παραδεισένια εποχή μακριά από το χάος, τον πόνο και τον θάνατο !! Μια εποχή όπου όλοι θα μπορέσουν ξανά να επανενωθούν με τους αγαπημένους τους, με αδέλφια, φίλους..» λέει και κάνει μια παύση. « Μητέρες..» λέει και με καρφώνει με το βλέμμα του. « Όμως...» παίρνει το βλέμμα του από πάνω μου και κοιτάζει τον νεαρό. « Για να το καταφέρω αυτό τα κρανία, οι Άγγελοι ζητάνε θυσία. Θυσία Αίματος και Σαρκός , αίμα και σάρκα  θνητών για να ικανοποιηθεί η πείνα τους !!!» λέει και με μια κίνηση πιάνει μια πέτρα από το έδαφος. Ορμάει στον άντρα και εφόσον τον χτυπάει με την πέτρα συνεχόμενα στο πρόσωπο, κόβει κομμάτια από το πρόσωπο του και τα χέρια του ή το στήθος του με τα δόντια του. Όσα κομμάτια κόβει τα δίνει στα κρανία και όσο αίμα πέφτει πάνω στα κρανία μπορώ να ακούσω τον ήχο λιονταριών που προετοιμάζονται να φάνε ενώ βρυχώνται πρώτα με ευχαρίστηση.
«Εδώ είναι !!! Μοιράσου το όνειρο μου, φίλε μου !!! Γίνε κομμάτι του ονείρου μου, αυτό είναι !!!!! Αχ, άμα μπορούσες να νιώσεις μονάχα το τι νιώθω !!!!» λέει και ξαναλέει ενώ τον χτυπάει. Σηκώνομαι και προσπαθώ να του επιτεθώ μα την στιγμή που τρέχω προς το μέρος του με την θέληση να τον πετάξω από πάνω του γίνεται κάτι το οποίο με κάνει να μείνω ακίνητη στην θέση μου.. Βλέπω τις αλυσίδες του να πάνε και τα κρανία να πετάνε στον αέρα προτού πέσουν στο έδαφος, βλέπω τις φλόγες από τα μάτια τους να ξεχύνονται και να καίνε το χιονισμένο έδαφος.. Και από τα κρανία και τις φλόγες να υψώνονται αλυσοδεμένοι Άγγελοι με φλεγόμενες φτερούγες, σκελετωμένα πρόσωπα και δίχως μάτια, μακριά νύχια και σημάδια από καρφιά στα χέρια και στα πόδια ενώ τα πλευρά τους ματώνουν. Η επιδερμίδα τους μοιάζει να φλέγεται και το αίμα που τρέχει από τις πληγές τους μοιάζει με υγρή φλόγα.  Μένω ακίνητη ενώ οι Άγγελοι τρέφονται από την ωμή σάρκα και το αίμα του καημένου νεαρού. Έμοιαζε με νεαρό Βίκινγκ. « Στο είπα !! Το ήξερα ότι η δύναμη τους παρέμενε !! Δεν μπορεί να ελέγξει αυτήν την δύναμη κανένας άνθρωπος αλλά αυτά, αυτά τα κρανία ... Η δύναμη τους ακόμα παραμένει... Εδώ μαζί μας !!!» λέει και γελάει μανιακά.
Προσπαθώ να τρέξω και φτάνω χωρίς να το καταλάβω ως το χείλος ενός γκρεμού.. Πώς από έναν χιονισμένο λόφο έφτασα σε έναν χιονισμένο γκρεμό που περιμένει το παραμικρό μου λάθος για να με μετρήσει και εμένα ως θύμα του ;;; Και τότε , πριν καλά-καλά προλάβω να σκεφτώ τι πρέπει να κάνω ή να αντιδράσω εμφανίζεται μπροστά μου ο Οζυμάντιας με ένα στιλέτο και τους Αγγέλους του αριστερά και δεξιά μου να με κρατάνε ακίνητη με τα δεσμά τους. « Μια θυσία δεν είναι ποτέ αρκετή, Αλίνα Ντράγκονιντ..» σχολιάζει ο Οζυμάντιας και άλλη μια φορά χαμογελάει αφήνοντας με να δω τα σάπια δόντια του. Παράλληλα καρφώνει το στιλέτο στο στήθος μου , όσο πιο βαθιά μπορεί να πάει.. Το ζεστό μου αίμα λερώνει το χιόνι και η όραση μου θολώνει. Με αφήνουν να πέσω στον γκρεμό.. « Και ο Θάνατος δεν θα έχει καμιά εξουσία πάνω τους ..»
Και ιδού το δεύτερο μέρος της ιστορίας μου !!!!! Ελπίζω να σας άρεσε, τα λέμε την άλλη Κυριακή γλυκά μου !!!


1 σχόλιο:

who is online

Ad24